Οι κατασκευαστές των συσκευών εισπνοών για τη θεραπεία του άσθματος και άλλων χρόνιων νοσημάτων των πνευμόνων αγωνίζονται να αναπτύξουν μια νέα γενιά έξυπνων συσκευών με αισθητήρες, για να παρακολουθούν αν οι ασθενείς χρησιμοποιούν σωστά τις συσκευές τους.
Με ασύρματη σύνδεση στο cloud, οι συσκευές αυτές θα είναι κομμάτι του Ιατρικού «Internet of Things». Υπόσχονται βελτιωμένη συμμόρφωση, σωστή χρήση του φαρμάκου και καλύτερα αποτελέσματα για την υγεία του ασθενούς.
Οι φαρμακευτικές εταιρείες πιστεύουν ότι παρέχοντας στους ασθενείς και τους γιατρούς τους τη δυνατότητα να ελέγχουν καλύτερα τη χρήση των συσκευών εισπνοής, θα μπορούσαν να βελτιώσουν την αξία των φαρμάκων τους, αν και θα πρέπει να προχωρήσουν προσεκτικά σχετικά με το απόρρητο των προσωπικών και ιατρικών δεδομένων των ασθενών.
Οι GlaxoSmithKline, AstraZeneca και Novartis, όλοι κυνηγούν την ευκαιρία μέσω συμφωνιών με εταιρείες κατασκευής συσκευών, συμπεριλαμβανομένων της Αμερικανικών συμφερόντων Propeller Health και της Αυστραλιανής Adherium, καθώς και με τεχνολογικές εταιρείες, όπως η Qualcomm.
«Η τεχνική είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της θεραπείας με εισπνεόμενα φάρμακα. Μπορεί να έχουμε το καλύτερο φάρμακο στον κόσμο σε μία συσκευή εισπνοής, αλλά εάν οι ασθενείς δεν τη χρησιμοποιούν σωστά δεν θα ωφεληθούν από αυτό", δήλωσε ο Omar Usmani, ιατρός, εξιδεικευμένος στις αναπνευστικές συσκευές, σύμβουλος στο Imperial College του Λονδίνου.
Οι αναλυτές της Goldman Sachs εκτιμούν, σε έκθεση του περασμένου έτους, ότι με το άσθμα και τη χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) να επηρεάζουν περίπου 500 εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, η μείωση των σοβαρών παροξύνσεων των ασθενειών αυτών, μέσω της βελτίωσης της συμμόρφωσης των ασθενών στα φάρμακά τους, θα μπορούσε να εξοικονομήσει 19 δις $ ετησίως στο κόστος της υγειονομικής περίθαλψης των ΗΠΑ και μόνο!
Ο Omar Usmani προβλέπει στο μέλλον συσκευές εισπνοών υψηλής τεχνολογίας, οι οποίες όχι μόνο θα καταγράφουν τις δόσεις, αλλά επίσης θα χρησιμοποιούν γυροσκόπια και ακουστικούς αισθητήρες για να ελέγχουν τη ροή του φαρμάκου, ενώ ταυτόχρονα θα παρακολουθούν το περιβάλλον για αλλεργιογόνα όπως η γύρη. Όλα αυτά τα δεδομένα μπορούν να τροφοδοτούν απομακρυσμένους διακομιστές υπολογιστών, το γνωστό και ως cloud.
Το επόμενο επίπεδο
Το πεδίο, όσον αφορά τις εισπνευστικές συσκευές, βρίσκεται τώρα σε ένα σημείο καμπής. Μερικές συσκευές εισπνοής με προσαρμοσμένους αισθητήρες ήδη παρέχονται σε ασθενείς, αλλά η φαρμακευτική βιομηχανία είναι έτοιμη να προχωρήσει παραπέρα.
Τον επόμενο μήνα, η AstraZeneca θα ξεκινήσει μια κλινική δοκιμή στις ΗΠΑ, διαρκείας ενός έτους, η οποία σχεδιάστηκε για να βελτιώσει τη συμμόρφωση σε μακροχρόνια θεραπεία περίπου 400 ασθενών με ΧΑΠ, μέσω χρήσης έξυπνων συσκευών εισπνοών.
«Αν θα δουλέψει όπως ελπίζουμε, θα μπορούσε να έχει την ίδια επίδραση στη βελτίωση των κλινικών αποτελεσμάτων των ασθενών με ΧΑΠ, όσο ένα εντελώς νέο φάρμακο!», σύμφωνα με τον Martin Olovsson, επικεφαλής του τομέα συσκευών εισπνοής της AstraZeneca.
«Πολλοί ασθενείς με άσθμα και ΧΑΠ χρησιμοποιούν με λάθος τρόπο τα φάρμακά τους, για διάφορους λόγους - ξεχνούν να τα πάρουν ή δεν καταλαβαίνουν πώς να τα παίρνουν σωστά - και το αποτέλεσμα αυτής της κακής χρήσης είναι η μείωση του βέλτιστου αποτελέσματος», είπε. «Τώρα παρουσιάζεται μια ευκαιρία για να αλλάξει αυτό δραστικά."
"Υπάρχει ακόμα αρκετή δουλειά που πρέπει να γίνει για να καταλάβουμε ποιοι τύποι ασθενών θα ωφεληθούν περισσότερο," δήλωσε ο Raj Sharma, διευθυντής του τμήματος επιστήμης του αναπνευστικού και συστημάτων παροχής εισπνοών, της εταιρείας GSK, η οποία σχεδιάζει επίσης κλινικές δοκιμές.
Η GSK υπέγραψε μια συμφωνία τον περασμένο Δεκέμβριο με την εταιρεία Propeller για την ανάπτυξη ενός προσαρμοσμένου αισθητήρα για τη συσκευή εισπνοής Ellipta.
Ενώ οι τρέχουσες έξυπνες συσκευές εισπνοής χρησιμοποιούν έναν προσαρμοσμένο αισθητήρα για την αποστολή δεδομένων, η Novartis, σε συνεργασία με την Qualcomm, έχει ως στόχο να πάει ένα βήμα παραπέρα με την ανάπτυξη της πρώτης συσκευής εισπνοής με ενσωματωμένο αισθητήρα, την οποία έχει ως στόχο να βγάλει στην αγορά το 2019.
Ο Omar Usmani, ο σύμβουλος του Imperial College, πιστεύει ότι η σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας μιας συνδεδεμένης συσκευής αποτελεί τη βασική πρόκληση για την ανάπτυξη έξυπνων συσκευών εισπνοής, ταυτόχρονα με την εξασφάλιση του ιατρικού απορρήτου των ασθενών.
Έρευνα από τον Usmani και τους συνεργάτες του δείχνει ότι οι νεότεροι ασθενείς, οι οποίοι είναι εξοικειωμένοι με τις ψηφιακές εφαρμογές, δέχονται με ευχαρίστηση τη νέα τεχνολογία, αλλά οι ηλικιωμένοι ασθενείς είναι πιο προσεκτικοί και συγκρατημένοι.
Προσαρμογή από Reuters Health Information
Πηγή: http://www.medscape.com/viewarticle/866374
